Ο πονος μου περπάτησε
Κι έφτασε στο κεφαλι
ΨΙΤ-ΨΙΤ
Ο πονος μου περπάτησε
Κι έφτασε στο κεφαλι
Είμαι μια στάλα τοσο δα
Το ματι δεν με πιάνει
Μα κι αν τρεξω δυνατα
Δεν γίνομαι ποτάμι
Είμαι μια λεξη τοσο δα
Το στόμα δεν με πιάνει
Και όταν παω να βγω λαλιά
Κάποιος σιωπή με κανει
Είμαι μια σπίθα τόσο δα
Όπου φωτιά δεν πιάνει
Και αν θεριεψω μουλωχτά
Το κρύο με ξεκανει
Κι όμως σ αυτη τη παγωνιά
Που οι αγάπες μου βουβαινουν
Μπορεί να έγιναν καπνός
Μ ακόμα με ζεσταίνουν
Ανάσες μου παυσίπονες οταν πονω σας πίνω
Ω σαν θεριεύει η σιωπή και μεσα μου νικά
Αυτή μου τρώει τις λέξεις μου κι εγώ την καταπίνω
Και αν με πιάσει ουρλιαχτό, την κάνω μια μπουκιά
Μου γλύφει όλες τις πληγές κι έτσι ποναω ωραία
Ο θόρυβος γλυκαινεται με πιάνει αγκαλιά
Ταΐζει μ' ήσυχη χαρα, το στομα μου γενναία
Κι έτσι στρογγυλοκαθεται, στη γλωσσα μου συχνά
Μόνο φοβαμαι τη στιγμη που πανω της θ ανέβω
Μη σπάσω ολα τα δόντια μου και εξω ξεχυθει
Και πω λέξεις που νόμιζα, πως ουτε καν τις ξερω
Κι απο σιωπή που ημουνα, να γεννηθώ κραυγή
Γονατιστοι αδερφέ.
Βαρέθηκα όλο να ζούμε, τα όνειρά μας να καιμε τα βράδια, μήπως και ζεσταθούμε.
Θυμάσαι την πρώτη μας γέννα ; που σου πα- δεν κλαίω ασθμαινω.
Και σαν μεγαλώσω στον κόσμο θα δώσω, ένα στόμα με σκατά ανθισμένο ;
Γράφω για λύκους και φτώχεια, γράφω για μίσος και πείνα.
Γράφω όπως θέλετε, όμως να ξέρετε, είμαι η δική σας ασχήμια.
Ξέμαθα πώς να γελάω.
Μα είναι η ψυχή μου αλήτρα
Τον κόσμο ήθελα τότε να σωσω, μα τώρα ψάχνω για σπίρτα.
Έλα, σηκώσου και πάμε να κάνουμε σκασιάρχειο πριν μας γεννήσουν και αμολήσουν το εφεδρικό τους θηρίο.
Να φτιάξουμε νέες γιορτές σε κάποια καινούργια Βαστίλη μέχρι η στάχτη να έρθει η γλυκά, να μας φιλήσει τα χείλη.
στ΄ απανωτά τσιγαρα μου
και στο θολό καιρο μου
-ψαχνω τι με πόνεσε-
και τοτε φανερώνεσαι
εσυ μες τον καπνο μου
Νεραϊδα που ξεστράτησε
κι ενα φιλι μου άφησε
στα χειλη κι αν δεν το ΄βαλα
να σε λατρεψω πρόλαβα
στη νυχτα ψαχνω τη σκιά
κι ανασα στον αερα
-να φυγουνε τα βάσανα-
λιγο να σε ανάσαινα
να εβγαινε η μερα
Χοροπηδάει μες στο στομα μου ένα γελιο
Χοροπηδαει μια φωτια μες στο μυαλό
Θελει εξω για να βγει – στον αερα να καει
Θελει πανω να πεταξει – θελει όλα να τα καψει
Χοροπηδαει ενας διαολος στο σβερκο
Χοροπηδαει μες το σωμα η ψυχη
Όταν παω για να κλάψω – σαν φωτια μου λεει ν αναψω
Δεν μ αφήνει να ησυχάσω μεχρι όλα να τα καψω
Χοροπηδαω και εγω μεσα σε μενα
Σα να ΄μια ελεφαντας και παω σε γιορτη
Και ζηταω μια φορα – να βουτήξω στη φωτια
Για να δροσιστω σαν ψεμα- μες τα μεσα μου καμένα
Μεσα σε μια πυρκαγια
Με τη φωτια της χαρμα
Πηγα, μεσα της αφησα
Το πρωτο μου το κλαμα
Ν ανεβει ως το ουρανο
Τ αστερια μηπως φτασει
Και οποιο είναι ορφανο
Να παει ν αγκαλιασει
Μεσα σε μια πυρκαγιά
Σταγονα π΄ ανατέλλω
Κι αφηνω από τη χαρα
Μεσα της ένα γελιο
Ν ανέβει ως τον ουρανο
Τ αστερια να περασει
Να φτασει πανω στο θεο
Στα χειλη του να κατσει
Μεσα σε μια πυρκαγια
Αφηνω τη καρδια μου
Κι μαζι της, διπλα της
Φορω τα γιορτινά μου
Ν ανεβω ως τον ουρανο
Να τον παραμερισω
Να φτασω στο απεραντο
Και ΄κει να την αφησω
Κατω από τη γλωσσα μου τρεχουνε μαυρες λεξεις
Που καινε όπως η φωτια κι απλωνονται στις σκεψεις
Κι οταν μ αφηνουν ήσυχο αντι να το γλενταω
Κοιταζω τον καθρεφτη μου και πισω τις ζηταω
Κατω από τα ποδια μου τρεχει ένα ποταμι
Που με βουλιαζει με τραβα και γινεται καζανι
Κι όταν μ αφηνει ησυχο αντι να το γλενταω
Μαζευμαι κουλουριαστά και μεσα του βουταω
Κατω από τα βλεφαρα τα δακρυα μου τρεχουν
Φτανουνε μεχρι τη καρδια και σαν καρφιτσες πεφτουν
Κι όταν μ αφηνουν ησυχο αντι να το γλενταω
Κανω κουβαρι τη καρδια, πανω τους την πεταω
Μεσα σε θαλασσα επεσα
Το σωμα μου ν αφησω
Ν ανοιξω ολη τη καρδια
Και τη φωτια να σβησω
Μ αυτή πισω με πεταξε
Και μου ΄πε να βαδισω
Με τη φωτια παρεα μου
Και να τη αγαπησω
Χορεύουνε στη γλωσσα μου
Εδώ και κατι χρονια
Λεξεις που τρων τα δοντια μου
Και σκαβουνε το στομα
Δεν τις αφηνω για να βγουν
Και ολο τις δαγκωνω
Σε άλλο στομα να μην μπουν
Και με αφησουν μονο
Κι ολο φοβαμαι τη στιγμη
Όταν βαθια με γδαρουν
Μη φυγουνε για καπου αλλου
Μαζι και δεν με παρουν
Δεν εχω γλώσσα ολες μου τις λεξεις μου ν αφησω
Κι αυτές πηγαν στριμώχτηκαν και εγιναν στραβές
Με γρατζουνανε με ποναν και πανε με σκισουν
Ετσι Βγαζω τα νυχια τους και γινονται κραυγες
Δεν εχω λογια ολοκληρα το πονο μου να γραψω
Κι αυτος πηγε στριμωχθηκε και εγινε βουβος
Και πριν προλαβει μεσα μου, όλα μου να τα φαει
Του εβγαλα τα δοντια του μα εγινε θυμος
Δεν φυλλα τη καρδια ολη να τη τυλιξω
Κι αυτή μεσα απλωθηκε και εμεινε γυμνη
Κι αν φαίνονται τα παντα της, ντρέπεται εσένα
Ετσι βγαζω τα ντερτια της και μενει αδειανη
Μικρη σταγονα ημουνα, δεν πηγαινα ένα δραμι
Μα μισος με ταΐσανε και εγινα π0ταμι
Ημουν μικρο φτερούγισμα, σαν κεφαλι βελόνας
Μ απ της αγαπης ραγισμα, ξεχυθηκα τυφΩνας
Ημουνα βλεμα μια σταλια, μικρουλι σαν αντιο
Μα από τον πονο εσκασα και εγινα θηρι0
Ημουνα ψιθυρος αχνος, χάιδευα τη πληγη μου
Μα όταν εγινε καλα, ξανάγινα η κραυγή μου
Πανω σε πετρα σκάλισε τη 1η του αγαπη
Που τη καρδια του ραγισε και βάρυνε τη πλατη
Επανω της κοιμήθηκε σκυφτός κουλουριασμένος
Μα για τη πετρα ητανε ενας ακομα ξενος
Άκουσε πετρα- ακουσε
Δεν ειμ απλα ένα ξενος
Είναι ο πονος μου βαρυς
Γι αγαπη πεινασμενος
Αν δεν σε θελει ο ερωτας
Βγαλ ΄ τη καρδια σου πετα
Αν δεν σε θελει ο ερωτας
Γυρε και γινε πετρα
Ο ξενος που ΄χω μεσα μου
Ποτε του δεν γελαει
Καθεται φρόνιμος - σκυφτος
Ουτε που τραγουδαει
Δεν μου ζηταει ποτε φωτια
Οσο και αν κρυωνει
Και το κορμι του, στη καρδια
Καμια φορα ξαπλωνει
Δεν θελει αγαπη ουτε ουρανο
Ουτε ότι λαχταραει
Μπορει να φταιω και εγω
Για όλα οσα τραβαει
Μπορει να φταιω και εγω
Για όλα οσα τραβαει
Που ολους τους πονους μου, πετω
Σ εκεινον να τους φαει
Μια ανασα εχω στο σβερκο μου που ολο με φυσάει
Ποτε της δεν μ αφηνει και ξυπνιο με κραταει
Κολλάει στα παπουτσια μου και διωχνει τη σκια μου
Ανοιγει ολο το στομα της και τρωει τη χαρα μου
Μια ανασα εχω στο σβερκο μου που ολο λαχανιαζει
και όταν παω να ξεχαστω σαν ουρλιαχτο φωναζει
δεν με αφηνει ησυχο τα βηματα γυρναει
κολλάει στα παπουτσια μου και ολο με κλωτσάει
Μια ανασα εχω στο σβερκο μου που ολο μυριζει σταχτη
50 χρονια πανω μου – 50 με εχει αχτι
Κολλαει στα παπουτσια μου σα σκυλος μου γρυλίζει
Γυριζει πεφτει πανω μου γελαει και με βριζει
Τ' αστερια μου δαγκωνω
Τα βράδια όταν π0νω
Να σταξουνε στο στ0μα
Να γινει δρ0σερ0
Να σταξουνε στ0 στ0μα
Και πανω στ0 λυγμ0
Να πι0υνε οι νταλκαδες μου
Να τ0υς ξεφ0ρτωθω
Το ξερω όταν χανομαι, ότι καλα πηγαινω
Εκει μου λεν θα πικραθείς , εγω εκει γλυκαίνω
Κι οσο μου λενε προσεχε, αυτό θα σε ξεκανει
Τοσο εμενα μεσα μου, ουτε αυτό μου φτανει
Το ξερω όταν χανομαι, ότι σωστα βαδιζω
Εκει που λενε θα καεις, εγω εκει δροσιζω
Κι οσο μου λενε προσεχε, αυτό μηπως σε φαει
Τοσο πηγαινω πανω του, κ εκεινο μου ορμαει
Το ξερω όταν χανομαι, καλα πως προχωραω
Εκει που λεν θα γκρεμιστω, εγω εκει παταω
Κι οσο μου λενε προσεχε, να μην χαθεις στ αληθεια
Τοσο η καρια μου, μου γελα και μου τρυπα τα στηθια
Η 1η ανασα που έβγαλα την ένιωσα να καίει
Κι αντι ξανα για να την πιω, εκεινη μ αναπνέει
Μ αφήνει μεσα στη σιωπη, όπως σαν πεφτει χιονι
Μ ανακατεύει μεσα της, μα δεν με ανταμώνει
Η 2η που εβγαλα, εφτασε στο φεγγάρι
Και μες στ αστέρια σαν γιορτη,συνεχεια βολτάρει
Οσο και τη – παρακαλω, εκεινη δεν ιδρωνει
Ολο ανεβαίνει πιο ψηλα, ολο και σκαρφαλώνει
Η 3η ανασα που εβγαλα, ηταν βαρια και μαύρη
Στα πόδια κατω επεσε και εγινε χορτάρι
Την πατησα ξυπόλητος και ξάπλωσα επανω
Την εβαλα στο στομα μου, ξανα να ανασάνω
Πως να φωνάξεις, γλωσσα αν δεν σου αφήσαν
Να ξεδιψάσεις αν το στομα σου είναι κλειστο
Πως να φιλήσεις χειλη που ΄ναι κλειδωμενα
Πως να χορτασεις αν εσυ εισαι θεριο
Που δεν σ΄ αφήσαν ουτε δοντια, ουτε σαλια
Που δεν σου άφησαν φωνη , ουτε καρδια
Που ολον σ΄ εκλεισαν μεσα σε μια σταλα
Και από μεσα σβησαν κάθε σου φωτια
Μα οσο εσεις αλλα και ολοι σας οι αγάδες
Θα μας ταΐζετε τη μαύρη τη σιωπή σας
Θα τραγουδουν, απ τους δικους σας τους φονιάδες
Ποιο δυνατα παντα οι δικοι μας οι νεκροι
Δεν εχω γλώσσα τις λεξεις μου ν αφησω
Κι αυτές στριμώχτηκαν και εγινα στραβές
Με γρατζουνάνε, με ποναν και πριν με σκίσουν
Βγαζω τα νυχια τους, μα γίνονται κραυγές
Δεν εχω λογια το πονο μου να γραψω
Κι αυτος στριμωχθηκε και εγινε βουβος
Και πριν προλαβει, όλα μες μου, να φαει
Βγαζω τα δόντια του μα γινεται θυμος
Δεν εχω φύλλα τη καρδια μου να τυλίξω
Κι αυτή απλωθηκε και εμεινε γυμνη
Φαίνονται όλα της, μα ντρέπεται εσένα
Βγαζω τα ντερια της και μένει αδειανή