Παρασκευή 30 Αυγούστου 2024

Το φίδι και το Γεράκι ( 2016)

 Έμμα Γκόλντμαν:

«Δε γνωρίζω πόσοι από σας έχουν διαβάσει το θαυμάσιο πεζοτράγουδο του Γκόρκι που λέγεται Το Φίδι και το Γεράκι. 
Το φίδι δε μπορεί να καταλάβει το γεράκι. «Γιατί δεν ξεκουράζεσαι εδώ στα σκοτεινά, στην όμορφη, γλιστερή υγρασία;» ρωτάει το φίδι. «Γιατί πετάς στους ουρανούς; Δε ξέρεις τους κινδύνους που παραμονεύουν εκεί, τη βία και την καταιγίδα που σε περιμένουν, το όπλο του κυνηγού που θα σε γκρεμίσει και θα καταστρέψει τη ζωή σου;»

Αλλά το γεράκι δεν έδειξε προσοχή. Άπλωσε τις φτερούγες του και πετάχτηκε στους αιθέρες, το θριαμβευτικό τραγούδι του ακούστηκε να αντηχεί στους ουρανούς.

Μια μέρα το γεράκι γκρεμίστηκε, το αίμα του ανάβλυζε από την καρδιά του και το φίδι του είπε «Ανόητε σε προειδοποίησα, σου είπα να μείνεις εκεί όπου ήμουν, στα σκοτεινά, στην όμορφη, ζεστή υγρασία όπου κανένας δεν μπορούσε να σε βρει και να σε βλάψει…». Αλλά με την τελευταία του πνοή το γεράκι απάντησε «Έχω πετάξει στους αιθέρες, έχω ανέβει σε ύψη ιλιγγιώδη, έχω αντικρίσει το φως, έχω ζήσει, έχω ζήσει!»
 
            Το φίδι και το Γεράκι 

Φίδι που σέρνει το κορμί του, Γέρακα βλέπει να πετά
Κι γλώσσα η διχαλωτή του, από το στόμα τον ρωτά
«Γεράκι για δεν ξαποσταίνεις, ψηλά τι θέλεις να πετάς
και τα φτερά σου όλο βαραίνεις, τους κυνηγούς μην αψηφάς.
Γι αυτό και γείρε προς τα κάτω, έλα εδώ στα χαμηλά
ελα εδώ στο μαύρο πάτο, που ναι ζεστά και σκοτεινά»
Μα όπως φύσαγαν οι αέρες, ο Γέρακας χαμογελά
Απλώνεται μες τους αιθέρες, κι αρχίζει για να τραγουδα

Μια μέρα όμως, να σου χάμω μ αίμα ποτάμι απ τη καρδιά
Ο Γέρακας από τα πάνω, να είναι τώρα χαμηλά

«Στο πα πως σφαίρα θα σε κάψει» του λέει το φίδι στο αφτί
«Κανεις δεν θα σε ειχε βλάψει, στα σκοτεινά αν είχες ΄ρθει»


Την τελευταία αναπνοή του, ο Γέρακας καλά μετρά
Γυρνά ψηλά την κεφαλή του, στο ερπετό και απαντά

«Έχω πετάξει στους αιθέρες , πιο πάνω κι από τους θεούς
Μ έχουνε πλύνει οι αγέρες, κι έχω χορτάσει τους καιρούς
Το φως του ηλίου έχω αντικρύσει, έχω ζήσει – έχω ζήσει
Έχω ζήσει – έχω ζήσει - έχω ζήσει»

Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2023

το γελιο, γελιο θελει

 μεσα μου ερχονται φωνες

και μου φωναζουν γελα

ασε καημους και δακρυα
κι εδω μαζι μας ελα

ελα να σε κερασουμε
φωτια, xαρα και γελιο
εγω επανω σας θα ρθω
τι ομως να σας φερω

εδω σ αυτη την ερημια
τα γελια μας διψουνε
φερε να ξεδιψασουμε
το γελιο σου να πιουμε

ο Έλληνας σου

 


τη φρικη του, την εριξε
μεσα σ ενα ποτηρι
ο δολιος ομως ομως ξεχασε 
πως καιει σαν λιοπυρι
κι ετσι αυτη τον εκανε 
και παλι νοικοκυρη

τον φοβο του τον πεταξε
μεσα σε μιαν ελπιδα
και πηγε και την εταξε
ω! στη μαμα πατριδα
και απο τοτε τριγυρνα
αιωνια κατσαριδα

την ομορφια εζωσε
πανω του σαν σαρία
μα τη ζηλέψαν κι όρμησαν
του Κρατους τα θηρια
κι ετσι κι εκεινος εγινε
λαχνος σε λοταρια

Σάββατο 14 Νοεμβρίου 2020

Θελω μια θάλασσα

 Θέλω μια θάλασσα, μες το λαιμό μου 

Να τρέχει-να παίζει-και να με πνίγει 
Ν' ανοιγει - να σπάει- να με κερνάει φωτιά 
Θέλω μια θάλασσα, στα σωθικά μου 
Να πίνει- να φτύνει- και να ξεπλένει
Να σέρνει- να παίρνει- οτι δεν θέλει η καρδιά 

Θέλω μιά θάλασσα, μες το κεφάλι 
Σαν χάδι- σαν δάκρυ- όλη μια σταχτη 
Ν' αστράφτει-να τρίζει-τις σκέψεις να βρίζει
Θέλω μιά θάλασσα, στα μάτια μέσα 
Σαν μάχη-σαν λάθη-γλυκεια σαν λουλούδι 
Τραγούδι που μέσα τους, μονάχα στριγγλιζει

0987654321

 Δεν είμαι μεγάλος,  ουτε και μικρός 

Δεν με βλέπουν όλοι, ουτε είμαι αχνος 
Ειμαι ενα ποτάμι που γελάει και που κλαίει 
Μια μαζεύω δάκρυα και μία χωρατα 
Για να δροσισω μεσα μου, ότι πολύ με καίει 
Κι έναν καημό να δώσω, σε οτι μ αγαπά 

Δεν είμαι μεγάλος,  ουτε και μικρός 
Δεν με βλέπουν όλοι, ουτε είμαι αχνος 
Ειμαι ενα ποτάμι που γελάει και που κλαίει 
Μια μαζεύω δάκρυα και μία χωρατα
Για να ταΐσω μεσα μου, ότι αδικο πεινάει 
Να δώσω κι έναν όλεθρο, σε κάθε μου νταλκα 

Δεν είμαι μεγάλος,  ουτε και μικρός 
Δεν με βλέπουν όλοι, ουτε είμαι αχνος 
Ειμαι ενα ποτάμι που γελάει και που κλαίει 
Μια μαζεύω δάκρυα και μία χωρατα
Για να ανασάνει μεσα μου, ότι δεν αναπνέει 
Κι οτι τις σκέψεις έτρωγε, να πάψει να μιλά 

Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2020

Το τελευταίο κεφάλι

 Φοράω Το τελευταίο _κεφάλι που μένει 

Και έρχομαι επάνω σου να πέσω με ορμή 
Να σπάσει μπρος στά στα πόδια σου, να βγουν έξω οι θλιμμένοι
που κρύβω, χρόνια μέσα μου, αυτοί οι εαυτοί 

φοράω Το τελευταίο_ κεφάλι που μου μένει και το γεμίζω ολόκληρο με μια αναπνοή 
Για να φωνάξει δυνατά αυτό που με σωπαίνει και στάχτη μπρος τα πόδια σου,  να γίνει πριν καεί 

φοράω Το τελευταίο -κεφάλι που μου μένει και το αφήνω Μόνο του, μόνο για μία στιγμή να ' ρθει μπροστα στα πόδια σου να αρχίσει να γλυκαίνει 
την πίκρα, χρόνια μέσα της, που με έχει καταπιεί 

φοράω Το τελευταίο_ κεφάλι που μου μένει και εκεί μπροστά στα πόδια σου έρχομαι να το σπάσω 
η πείνα που 'χω μέσα μου να πάψει να χορταίνει 
κι έτσι, εγώ εσένανε,  ποτέ μου μη χορτάσω


Ειμαι δειλός

 Είμαι δειλός αδάμαστος

ειμ' ότι πιο χαμένο 

μπρος στο σφαγείο στέκομαι 
σα ζώο γυρισμένο 

είμαι ένας γυμνοσάλιαγκας 
που όλο σάλια Στάζω 
γεννηθήκα με μια θηλιά 
όπου ποτέ δεν βγάζω 

μα όταν στο στόμα της ψυχής 
κυλαω για να γλιτώσω 
κλείνει τα δόντια της σφιχτά 
κι αυτή να μη λερώσω 

είμαι ηλίθιος φτηνός 
μία φρίκη που ριζώνει 
και κάνω ότι κι αν μου πουν 
μέσ' απο μιαν οθόνη 

είμαι σωστός βρυκόλακας 
Μου πίνω όλο το γέλιο 
και έχω μάθει να ζητω 
το ότι ποτέ δεν θέλω 

μα όταν κυλάω στην καρδιά 
σα βλέννα αυτή με σπρώχνει 
ανοίγει όλα τα δόντια της 
και με εμετό με διώχνει


Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2020

Ακροβάτης




Έχω έναν ακροβάτη μεσα στο κεφάλι

Που κάνει με τις σκέψεις μου, τα κόλπα του τρανα 

Παίρνει όλα τα άσχημα και τα ποτιζει ζάλη 
Και όλα μου τα όμορφα, φλεγόμενα σχοινιά 

Μπαίνει μες τα όνειρα χτυπώντας παλαμάκια 
Κι αρχίζει έναν περίεργο- ατέλειωτο χορό 
Σπάει μετά τα μάτια μου, τα κάνει κομματάκια 
Και σε κάθε κομμάτι τους, βλέπω κι έναν Ζορο 

Έχω έναν ακροβάτη μεσα στο κεφάλι 
Που κάνει με τις λέξεις μου, τα κόλπα του τρανα 
Βάζει όσα δεν μίλησα μέσα σ ένα μπουκάλι 
Και το πελώριο στόμα του, τα κάνει μια γουλιά 

Μα έρχεται η ώρα που μπερδεύομαι λιγάκι
Και όλα στο κεφάλι μου,  μου μοιάζουν με γιαπι 
Δεν ξέρω αν έχει μεσα του, έναν μικρό ακροβάτη 
ή το κεφαλι μου σ ένα ακροβάτη ισορροπεί 



Παρασκευή 9 Οκτωβρίου 2020

Να το κάψω

 Τρέχω, γελάω, πεθαίνω, σκορπαω 

Μέσα σου έρχομαι όταν πονάω 
Όταν κρυώνω και πάω να σπάσω 
Μ ένα φιλί σου να με σκεπασω 

Καίγομαι, φλεγομαι,  μόνος κουρνιαζω
Κι ότι με λεκιαζει απλά το κοιτάζω 
Γερναω, σαπιζω,  εδώ στα χαμένα 
Κι όταν πεινάω, τρώω εμένα 

Τρέχω, γελάω, πεθαίνω, σκορπιζω 
Με μοναξιά τις ανάσες βρωμιζω 
Σε σένα έρχομαι να ξαποστάσω 
Το πόνο μου να ξεδιψασω 

Καίγομαι, φλέγομαι, μόνος κουρνιαζω 
Κι οτι με λεκιαζει,  απλά το κοιτάζω
Στη λέξη αγάπη, φωτιά να ανάψω 
Το στόμα μ αυτή, να το κάψω 

Πέμπτη 27 Αυγούστου 2020


 


 


 

A

 


Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2020

Το εθνικό κουστούμι μου

Κρέμασα τη γλώσσα μου στον ήλιο να μαυρίσει
Να 'ναι ζεστές οι λέξεις της όταν τις ξεστομίσει
Να ζεχνουνε, να καίνε, να βρωμάνε, όλοι η πόλη να μυρίσει.

Το εθνικο κοστούμι μου- το βαζω- πως μου παει;
Για τη μαμά πατρίδα μου- φωτό που με τραβάει
Να ψηνω αγάπες και ψυχές... το μίσος μας να φάει

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2018

θα είμαι ήσυχος


θα είμαι ήσυχος- δεν θα φωνάζω
θα είμαι ήσυχος ακόμα κι όταν βράζω
θα είμαι ήσυχος και θα σου μοιάζω
ακόμα κι όταν με πετάς και κάτω σπάζω
δεν θα μιλώ-δεν θα ουρλιάζω-ούτε άχνα που θα βγάζω
ακόμα κι όταν από τη σιωπή βραχνιάζω
....δεν θα φωνάζω

θα είμαι ήσυχος-δεν θα φωνάζω
θα είμαι ήσυχος ακόμα κι αν μουδιάζω
θα είμαι ήσυχος και ας τρομάζω
ότι πονάει μέσα μου θα το δοξάζω
δεν θα μιλώ-δεν θα ουρλιάζω-ούτε άχνα που θα βγάζω
ακόμα κι όταν από τη σιωπή βραχνιάζω
....δεν θα φωνάζω




μα όταν έρθει η στιγμή
θα αναβλύζω σαν κραυγή
θα σταματήσω να δειλιάζω
.... και θα φωνάζω

προς τι τοσο κεφι

ποιος είμαι εγώ που ολο γελάω
γλωσσα δεν εχω- δόντια δεν έχω- κι όμως γλεντάω
κι ολοι ρωτουν- προς τι τοσο κεφι
αραγε τι-ειναι αυτο που ολο τον τρεφει
πως αντέχει

ποιος ειμαι εγω που χαροπαλεύω
ποδια δεν εχω-χερια δεν εχω-κι ομως χορευω
κι ολοι ρωτουν- προς τι τοσο κεφι
αραγε τι-ειναι αυτο που ολο τον τρεφει
πως αντέχει

ποιος ειμαι εγω που δεν το σκαω
φτερουγες δεν εχω-αερα δεν εχω- κι ομως πεταω
κι ολοι ρωτουν- προς τι τοσο κεφι
αραγε τι-ειναι αυτο που ολο τον τρεφει
πως αντέχει


Πέμπτη 22 Νοεμβρίου 2018

ειμαι...ειμαι...ειμαι

είμαι τρελος
υγιής και βρωμερος
είμαι μικρος
και μεγαλος αριθμος

είμαι ζεστος
παγωμενος και αισχρος
είμαι βραχνος
είμαι διαολος θεος

είμαι βουβος
και γεματος-αδειανος
είμαι ανθος
και σπουδαία βαρετος

είμαι αχνος
και στη γευση αλμυρος
είμαι σοφος
και ελαχιστα τρανος

είμαι θαμπος
και πολύς και λιγοστος
είμαι εκτος
κι ολος είμαι μες το φως

είμαι πλεχτος
ελαφρυς και απαλος
είμαι στραβός
και βλακείας τοκετος 

ο φοβος μου είναι ωραιος

αυτος ο φοβος μου είναι ωραιος
είναι λαμπρος, είναι σπουδαίος και γεμάτος
είναι απ ολους μου ο πιο γενναίος
με κανει ολο να γελω, να ΄μια κεφατος

είναι υπέροχος, μικρος και αηχος
και παντα ήσυχος, στο πλαι του κοιμάμαι
είναι θεόρατος και παντα αγρυπνος
και δεν αφήνει καποιον άλλο να φοβάμαι

είναι ενας ηρωας, σας λεω αχτύπητος
και η ματιά μου, παντα διπλα του, είναι όρθια
είναι αχόρταγος, είναι αλύπητος
και μου χορταίνει ολη μεσα μου τη φτώχεια



μες τη μικρη μου βοβμα

είμαι νεογέννητος νεκρος κι εχω πρεμιέρα
μοναχος μες το τσικό μου μα γίνομαι ντουζίνα
σας λεω είμαι απίθανος, λαμπρή θα ΄χω καριέρα
γιατι ΄μια φίσκα μαγκες μου με μισος και με πεινα

εγω είμαι το φάρμακο σας λεω της χαρας σας
εκεινος που τη θλιψη σας με γέλωτα τη ντυνει
μα μη βιαστείτε Κυριοι για αυτά τα ταληρα σας
θα φωτιστώ από πανω σας σαν μια βροχη βενζίνης

και όταν η παρασταση θα βαίνει προς το τελος
θα μπω μες το καβουκι μου - μες τη μικρη μου βοβμα
θα αφήσω ένα γελιο μου σαν Γουλιέλμος Τέλος
καθως θ΄ απολαμβάνουμε μαζι μια Σουπερνοβα



Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

δεν χωρώ

Φέρνω το κόσμο στο αυτί – τον κάνω σκουλαρίκι
Για να μου πει όταν τον ρωτώ
Μέσα του γιατι δε χωρώ
Που ΄μια το δόλιο ένα μικρό
Και μοναχό σπουργίτι

Κι αυτός μου λέει και μου γελά
Πελώριος – καμπίσιος
‘’πολύ θα σ΄ήθελα εδώ
...μα ΄σαι παραπανίσιος’’

Φερνω στα χειλη το Θεο – για τον κανω λεξη
Για να μου πει σαν τον ρωτω
Μεσα του γιατι δεν χωρώ
Που ΄μια αιώνια μοναχό
Σκοτάδι διχως φέξη

Κι αυτος μου λεει και γελα
Καταλευκος σα χιονι
‘’το σκότος σου, καλο είναι μα…
...το ασπρο μου, λερώνει’’

Φέρνω τον έρωτα κοντα – στα ματια να τον βλεπω
Για να μου πει όταν τον κοιτω
Μεσα του γιατι δεν χωρω
Σαν τον ρωταω με καημό
..καρδιά εγω δεν έχω ;

Κι αυτος μου λεει και γελα
Κοιταζοντας τη λιστα
‘’ πολύ θα σ ΄ηθελα αλλα
....κι αποψε ειμαι φισκα’’